Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2007

«Δεν έβλεπα τον ήλιο…»

«Δεν έβλεπα τον ήλιο…»
«Δεν έβλεπα τον ήλιο, είχε ολόκληρος σκεπαστεί από καπνό σε ακτίνα 60 χιλιομέτρων», καταθέτει συγκλονισμένος ένας άνθρωπος εγκλωβισμένος στην Ζαχάρω. Πόνεσε η ψυχή μου… Μάτωσε η καρδιά μου, βλέποντας την Ελλάδα να καίγεται. Κάηκε απ’ άκρη σ’ άκρη. Προσπαθώ να συντάξω τις σκέψεις μου, δυο η ώρα το πρωί. Προσπαθώ να συγκρατήσω την οργή και να χαλιναγωγήσω τα συναισθήματά μου. Μάταια όμως. Ετούτες τις κρίσιμες ώρες για την Ελλάδα και τον απανταχού ελληνισμό, θέλω να καταθέσω τη δική μου φωνή και τη δική μου άποψη για τα τεκταινόμενα. Θα ήθελα να ενώσω τη δική μου κραυγή αγωνίας και πόνου με τους Ελλαδίτες αδελφούς. Αλλά, θα ήθελα ταυτόχρονα να μιλήσω με παρρησία – όπως πάντοτε έπραττα – για την επόμενη μέρα και τις τραγικές ευθύνες που προκύπτουν και πρέπει να αποδοθούν, κάποιος πρέπει επιτέλους να τις αναλάβει.
Η Ελλάδα καίγεται, αδέλφια. Έκλαψα – και το λέω χωρίς ντροπή ή άλλη ευτελή σκοπιμότητα και ας μην πει κανείς ότι οι άνδρες δεν κλαίνε – όταν αντίκρισα τον ανθρώπινο πόνο, όταν άκουσα ότι μια μάνα κάηκε ζωντανή αγκαλιά με τα τέσσερά της τα παιδιά. Άκουσα για ανθρώπους, οι οποίοι πανικόβλητοι έτρεχαν εκείθεν και εντεύθεν, προσπαθώντας να σώσουν την ζωή τους. Ανθρώπους που στα ενενήντα τους χρόνια έμελλε να αντικρίσουν αυτή τη σταύρωση, αυτή την τεράστια καταστροφή. Ανθρώπους που ξεριζώθηκαν από τη γη τους. Συγκλονίστηκα όταν άκουσα για οικογένειες που ξεκληρίστηκαν. Χάθηκε η μάνα, ο πατέρας, τα γερόντια, τα παιδιά. Όλοι τους έγιναν παρανάλωμα του πυρός. 110 χωριά έσβησαν. Πόνεσα όταν είδα και άκουσα από το δέκτη της τηλεόρασης το κλάμα της μάνας, το παράπονο της γυναίκας, την οργή του πατέρα για την εθνική αυτή τραγωδία. Ένιωσα βαθιά οδύνη όταν είδα ανθρώπους να ανταμώνουν με φιλιά και δάκρυα στα μάτια. Τα μάτια και τις ματιές, στις οποίες εφώλιασε ο πόνος, η οργή, η αγανάκτηση. Τα μάτια και τις ματιές που κοιτούσαν το άπειρο χωρίς να βγάζουν νόημα. Γιατί – για πέστε μου – τι νόημα βγάζετε εσείς, ρε γαμώτο, όταν βλέπετε σπίτια να καίγονται, χωριά να εκκενώνονται, ανθρώπους να σβήνουν, να λιώνουν, να χάνονται στην αδηφάγα μανία του πυρός. Τι νόημα βγάζετε εσείς, τώρα που μάθατε ότι χάθηκαν 70 άνθρωποι στην Ελλάδα εν έτει 2007 μ.Χ.;
Ναι Ναι, Αμήν Αμήν λέγω υμίν εν έτει 2007, στην Ευρωπαϊκή Ελλάδα χάθηκαν 70 ανθρώπινες ψυχές και κάηκε ολόκληρη η χώρα. Αυτό ξεπερνάει και το πιο ευφάνταστο σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Η επόμενη μέρα είναι πραγματικά τραγική. Χιλιάδες στρέμματα δασώδους και καλλιεργήσιμης γης κάηκαν ολοσχερώς. Το πλήγμα για το περιβάλλον και την οικονομία είναι ανυπολόγιστο, δραματικό. Οικισμοί καταστράφηκαν. Οικογένειες ξεκληρίστηκαν. Το έργο της ανόρθωσης είναι δυσχερέστατο. Η Ελλάδα γύρισε χρόνια πίσω. Χωρίς υπερβολή. Τι να κάνει κανείς; Να φτιάξει και πάλι το σπιτικό του; Να φυτέψει και πάλι δέντρα στην αυλή του ή πρώτα να κηδέψει τους νεκρούς του και να κοιτάξει να επουλώσει τις πληγές της ρημάδας της καρδιάς που πονάει, που σπαράζει τώρα στη δίνη αυτής της κολάσεως.
Και μπροστά σε αυτή την εθνική τραγωδία είδαμε την ασυνεννοησία του κρατικού μηχανισμού σε όλο το μεγαλείο της. Όλοι συμφωνούμε πως οι πυρκαγιές αυτές είναι απότοκο ενός οργανωμένου και αρτίως εφαρμοσμένου σχεδίου. Συμφωνούμε πως κάποια αρρωστημένα, νοσηρά μυαλά σχεδίασαν και εκτέλεσαν αυτή τη σφαγή. Γιατί περί σφαγής ο λόγος. Αλλά, πρέπει να παραδεχτούμε ταυτόχρονα, ότι βρεθήκαμε αντιμέτωποι με ένα «οργανωμένο σχέδιο» κρατικής ανικανότητας. Πλήρης αποδιοργάνωση, ανικανότητα, και ασυνεννοησία του κρατικού μηχανισμού. Άλλα έκαναν οι υπουργοί, άλλα η λεγόμενη Πολιτική Προστασία, άλλα η λεγόμενη Πυροσβεστική και αστυνομία, άλλα οι περιφερειάρχες, οι νομάρχες, οι δήμαρχοι, οι κλητήρες… Σκηνές απείρου κάλλους… Κανείς δεν ήταν υπεύθυνος. Άνθρωποι έπεφταν στη θάλασσα, για να σωθούν από τις φλόγες, μα κανείς δεν ήταν σε θέση να απαντήσει το πιο απλό ερώτημα των κατοίκων: «Δεν υπάρχει ένα αεροπλάνο, ένα σκάφος να ‘ρθει να μας παραλάβει;» «Δεν υπάρχει ένα αεροπλάνο, ένα πυροσβεστικό να ‘ρθει να βοηθήσει; Παλεύουμε με τα χέρια μας, καταλαβαίνετε;» Απευθυνόμενος προς γνωστή δημοσιογράφο μεγάλου τηλεοπτικού σταθμού στην Ελλάδα, ένας πολίτης αποκλεισμένος στην κόλαση του πυρός με φωνή τρεμάμενη παρακαλούσε: «Σας παρακαλούμε, σας ικετεύουμε. Πρέπει να κάνετε κάτι. Βοηθήστε μας. Θα καούμε ζωντανοί». Προσέξτε λίγο! Ο πολίτης απευθυνόταν στη δημοσιογράφο. Το κράτος έλαμψε δια της απουσίας του. Και να ξεκαθαρίσω κάτι: Κανείς δε βάλλει κατά του απλού πυροσβέστη, της ηρωικής αυτής μορφής που με αυτοθυσία και απαράμιλλη παρρησία δε δίστασε να διακινδυνέψει ακόμα και τη ζωή του, για να αναχαιτίσει την πύρινη λαίλαπα. Αυτό που στηλιτεύουμε – και εγώ προσωπικά εντόνως – είναι την κρατική ανικανότητα και αδράνεια, την ασυνεννοησία της κεντρικής διοίκησης. Είναι καιρός κάποιοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
Προσωπικά πιστεύω ότι από την εθνική αυτή τραγωδία προκύπτουν σοβαρότατες πολιτικές ευθύνες. Ευθύνες που αγγίζουν και τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Πρέπει κάποιος να πει στον κύριο Καραμανλή ότι πρωθυπουργός δε γίνεσαι από το γραφείο. Πρωθυπουργός δε γίνεσαι από την κρυψώνα του Μαξίμου. Πρωθυπουργός δε γίνεσαι με επικοινωνιακά κόλπα και με τακτικές υφαρπαγής της ψήφου των πολιτών. Λυπούμαι πραγματικά που αναγκάζομαι να μιλάω με αυτό τον τρόπο για τον Κώστα Καραμανλή. Αλλά, είναι καιρός να μιλήσουμε σταράτα, χωρίς υστεροβουλίες, κομματικές ευτέλειες και δεσμεύσεις. Αντί ο κ. Καραμανλής να έχει ως μόνιμή του έγνοια την προκήρυξη εκλογών και μάλιστα επικαλούμενος «αστείους» και αβάσιμους λόγους, θα ήταν καλύτερα να μαζέψει «την ζαρντινιέρα» του κ. Πολύδωρα (του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως) και να δώσει σαφείς εντολές οργάνωσης του κρατικού μηχανισμού. Αντί να προσπαθεί να πείσει τον ελληνικό λαό ότι η κυβέρνησή του έχει προχωρήσει στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων επ’ ωφελεία των λαϊκών στρωμάτων και αντί να προσπαθεί να εκβιαστικά να εισαγάγει το δίλημμα «ψηφίστε με, για να πάρετε ό,τι σας υποσχέθηκα το 2004», θα ήταν προτιμότερο να προχωρήσει σε ουσιαστικές ανακατατάξεις στην “Πολιτική Προστασία” και την “Πυροσβεστική”, ούτως ώστε να καταστήσει τις υπηρεσίες αυτές λειτουργικές και ευέλικτες. Αντί να προχωρεί στην πρόσληψη αγροφυλακής εν έτει 2007 – άκουσον άκουσον – για να βολέψει τα δικά του τα παιδιά, θα ήταν σωστότερο να προχωρήσει στην πρόσληψη πυροσβεστών.
Ο καθ’ ύλην αρμόδιος για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης υπουργός, ο κ. Βύρων Πολύδωρας, επέχει και προσωπικά σοβαρότατες ευθύνες για την πανθομολογούμενη ανυπαρξία κρατικού σχεδιασμού αντιμετώπισης τέτοιων καταστάσεων. Ο κ. Πολύδωρας σε μια εμφανή προσπάθεια κάλυψης των δικών του ευθυνών και συγκάλυψης της θρυλούμενης ανικανότητας της φυσικής ηγεσίας των υπηρεσιών, των οποίων έχει την ευθύνη ως πολιτικός προϊστάμενος, μίλησε για τον «στρατηγό άνεμο», την «ξανθιά χήρα» -άκουσον, άκουσον- και την «ασύμμετρη απειλή». Ακόμα και αν εκδηλώθηκε πράγματι μια τέτοια απειλή τρομοκρατικού χαρακτήρα, ήταν αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης να δράσει προληπτικά ή έστω κατασταλτικά ούτως ώστε να αποτρέψει ό,τι σήμερα σπεύδει, οικονομικώς τουλάχιστον, να απαλύνει. Ήταν και είναι αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης να συλλάβει και να οδηγήσει ενώπιον της δικαιοσύνης τους εμπρηστές. Η αμετροέπεια και ο βερμπαλισμός των κυβερνητικών στελεχών δε διαγράφει την ανυπαρξία σχεδιασμού αντιμετώπισης τέτοιων καταστροφών. Δεν παραγράφει τις ευθύνες της κυβέρνησης για την ασυνεννοησία των κρατικών υπηρεσιών. Και μάλιστα ενώ είχε προηγηθεί η καταστροφή ενός μεγάλου εθνικού δρυμού, της Πάρνηθας και ο κάθε λογικός άνθρωπος θα περίμενε ότι έστω και κατόπιν εορτής κάτι θα γινόταν, κάποιο σχέδιο θα εκπονείτο για την προστασία των εθνικών δρυμών της χώρας. Ως εκ τούτου ο κ. Πολύδωρας θα έπρεπε να είχε αποπεμφθεί (μαζί με τους άλλους ανεκδιήγητους κ. Φούρλα της “Πολιτικής Προστασίας” και Κόη της “Πυροσβεστικής”) από τον πρωθυπουργό για λόγους ευθιξίας. Είναι καιρός πια να αναλάβει κάποιος τις ευθύνες του σε αυτό τον τόπο. Για τις 70 αυτές ψυχές που χάθηκαν αδίκως, κανείς δεν έχει να πει τίποτα; Κανείς δεν έχει ευθύνες; Αλλά, ο ελληνικός λαός, κ. Πολύδωρα, και μνήμη έχει και τσαμπουκά και εκεί που πρέπει λέγει ενίοτε και κανένα ΟΥΣΤ…
Δεν ξέρω πραγματικά ποιο τέλος να δώσω στη σύντομη αυτή παρέμβασή μου. Στόχος μου δεν ήταν εκ του ασφαλούς να αποδώσω τις όποιες ευθύνες ή να κρίνω ανθρώπους. Η συζήτηση για την απόδοση ευθυνών είναι πάντοτε μια συζήτηση που γίνεται a posteriori και σε κάθε τέτοια συζήτηση ελλοχεύει ο κίνδυνος εμφιλοχώρησης κινήτρων αλλοτρίων. Στόχος μου όμως δεν ήταν να πολιτικολογήσω. Μπροστά στον ανθρώπινο πόνο οι ιδεολογικές γραμμές και ο μάχιμος πολιτικός λόγος χάνουν κάθε αξία και προοπτική. Στόχος μου ήταν να καταγράψω κάποιες σκόρπιες σκέψεις σχετικά με την εθνική τραγωδία στη μητέρα πατρίδα. Ο τελευταίος λόγος είναι και έτσι πρέπει να ‘ναι ανθρώπινος: αιωνία ας είναι η μνήμη των ανθρώπων που χάθηκαν. Να στέκει εκεί και να μας θυμίζει το κακό. Μόνο οι άνθρωποι που είδαν κατάματα τον όλεθρο και τον έχουν στο όνομά τους κεντημένο, μόνο αυτοί μπορούν κάθε στιγμή να μας θυμίζουν τα ολέθρια λάθη μας. Κα να μας κρατάνε ξύπνιους…

Ανδρέας
(29/ 08/ 2007)

Δεν υπάρχουν σχόλια: