Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2007

Η τρομοκρατία και οι ρίζες της

Παραδεισιώτες και παραδεισιώτισσες, καλησπέρα και πάλι από τον ΑΓΙΟ. Απόψε θα ήθελα να μιλήσουμε λιγάκι για το διεθνές πολιτικό, στρατιωτικό και ηθικού βεληνεκούς σκηνικό. Είναι καιρός να σκεφτούμε και εμείς λιγάκι τι συμβαίνει στον κόσμο. Είναι καιρός να αντικρίσουμε τα λάθη και τις επιτηδευμένες κινήσεις της δυτικής κοινωνίας στην οποία και εμείς ανήκουμε και να προσπαθήσουμε να πλησιάσουμε τους άλλους λαούς, να γνωρίσουμε άλλους ανθρώπους και πολιτισμούς, προωθώντας το όνειρο μιας διαρκούς ειρήνης ανά το παγκόσμιο. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να μάθουμε να σκεφτόμαστε, να μη μασάμε όσα το σύστημα, οι καρεκλοκένταυροί του και οι πολεμοχαρείς αρλεκίνοι του μας «πασάρουν». Να μάθουμε να διακρίνουμε την αλήθεια από το ψεύδος. Να μπορέσουμε να κάνουμε ένα ειλικρινή και τίμιο απολογισμό, συζητώντας με τον εαυτό μας πρώτα και με τους άλλους έπειτα, σοβαρά ζητήματα που όλους μας αφορούν, αν και δε λαμβάνουν χώρα έξω απ’ το σπίτι μας. Αδέλφια, ο ωχαδερφισμός πρέπει να τελειώσει. Ανοίξτε τα μάτια, αυτά της ψυχής πρωτίστως, και δείτε…
Σας παραθέτω πιο κάτω ένα απόσπασμα από μια ευρύτερη πανεπιστημιακή μου εργασία, με τίτλο: «Σταυροφορίες: θρησκευτικό κίνημα ή δυτικός επεκτατισμός;». Είναι σημαντικό να αναλύσει κανείς την ουσία των όσων συμβαίνουν σήμερα, υπό το πρίσμα των όσων συνέβησαν χθες.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Μήπως κάποτε οι Δυτικοί ήταν οι Ταλιμπάν του Μεσαίωνα; Κατά πόσο το τζιχάντ (ο ιερός πόλεμος) του Ισλάμ μπορεί να συγκριθεί με τις χριστιανικές Σταυροφορίες; […]
[…] Οι Σταυροφορίες μπορούν να θεωρηθούν ως η εκδήλωση στην πράξη των πρώτων κυττάρων του δυτικού ιμπεριαλισμού, ο οποίος άρχισε να θεριεύει με την ανάπτυξη της φεουδαρχίας στη Δυτική Ευρώπη, χρησιμοποιώντας ως αληθεστάτη πρόφαση την περιφρούρηση του χριστιανικού χαρακτήρα των Αγίων Τόπων. Στην ουσία ήταν όμως ένα εργαλείο του Πάπα, το οποίο ανενδοίαστα χρησιμοποιήθηκε με απώτερο σκοπό την εδραίωση και παγιοποίηση του συστήματος της παπικής εξουσίας. Έχοντας μελετήσει το ιστορικό και πολιτικοστρατιωτικό υπόβαθρο των Σταυροφοριών, θα πρέπει να εξετάσει κανείς την έννοια του τζιχάντ, του ιδεολογικού αντίποδα του προαναφερθέντος κινήματος της Δύσης. Σήμερα οι σύγχρονοι ιστορικοί, παρ´ όλες τις διαφωνίες τους, συντείνουν στην άποψη ότι η έρευνα τόσο για τις Σταυροφορίες όσο και για το τζιχάντ βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ειδικά το τελευταίο, δε σημαίνει αναγκαστικά τον ιερό πόλεμο, όπως πιστεύεται εσφαλμένα. Ουσιαστικά αποτελεί θρησκευτικό καθήκον κάθε μουσουλμάνου που πρέπει να εκπληρώνει τις επιθυμίες του Θεού για όσο βρίσκεται εν ζωή στη Γη. Υπάρχουν δύο τύποι: το μεγάλο τζιχάντ συμβολίζει τον αγώνα της ψυχής ν´ ακολουθήσει τον πεφωτισμένο δρόμο του Αλλάχ. Ωστόσο το μικρό τζιχάντ είναι εκείνο που περιγράφει τη μάχη εναντίον των απίστων, τον πόλεμο που μπορεί να είναι επιθετικός. Σ´ αυτή την περίπτωση επικεφαλής πρέπει να τεθεί ένας θεϊκός ηγέτης, ο μαχάντι, την έλευση του οποίου περιμένουν ακόμα οι πιστοί. Όταν το Ισλάμ απειλείται από τους απίστους, ο πόλεμος χαρακτηρίζεται αμυντικός, όπως το τζιχάντ που ξεκίνησε ο μουλάς Ομάρ. Κατά βάθος το τζιχάντ είναι μια διαρκής σύγκρουση μεταξύ των πιστών του Αλλάχ και των μη μουσουλμάνων, μάχη που θα τερματιστεί με την ολοκληρωτική επικράτηση του Ισλάμ στον κόσμο. […]
[…] Το κίνημα το Σταυροφοριών - πέρα απ’ τον θρησκευτικό φανατισμό - είχε μεγάλες οικονομικοκοινωνικές διαστάσεις. Από πολιτική άποψη επρόκειτο για επιχειρήσεις που υπόσχονταν την λύση πολλών προβλημάτων. Ο 11ος αιώνας είναι η εποχή ανάπτυξης του εμπορίου, της ναυτιλίας, της ίδρυσης των πρώτων πόλεων, της δυσαρέσκειας των μαζών με την θρησκευτική ζωή, και της Εκκλησιαστικής κρίσης μπροστά στους κινδύνους των αιρέσεων. Το τάγμα των Δομινηκανών ιδρύεται το 1216 και το 1233 αναλαμβάνει τον θεσμό της δίωξης των αιρετικών (Ιερά Εξέταση). Από το 1208 ως το 1233 η Παπική εκκλησία με την βοήθεια του βασιλιά της Γαλλίας καταδιώκει ανηλεώς τους «Καθαρούς» μια μυστικιστική αίρεση. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες οι Σταυροφορίες ήταν πρώτον: απόπειρα εξαγωγής των προβλημάτων της δυτικής και κεντρικής Ευρώπης προς την ανατολική. Δεύτερον, απόπειρα «αποικιοποίησης» της Μέσης Ανατολής και απόσπασης της λαϊκής προσοχής απ’ την διαμάχη μεταξύ Παπικής και κρατικής εξουσίας. Τρίτον, απαλλαγή από εξαθλιωμένες και εξαχρειωμένες μάζες, από κακοποιά, αλλά και τυχόν ανατρεπτικά στοιχεία. Τέταρτον, αποκατάσταση των δευτερότοκων γιων των φεουδαρχών οι οποίοι, χωρίς ηγεμονίες θα προκαλούσαν ενδεχομένως πολιτικά προβλήματα. Πέμπτον, η λεηλάτηση ιερών λειψάνων από το Βυζάντιο και φύλαξή τους σε καθεδρικούς ναούς της Δύσης προς προσέλκυση προσκυνητών. Τρόπον τινά μεσαιωνικός τουρισμός με τεράστια οικονομικά οφέλη. Εν ολίγοις, οι Σταυροφορίες επεδίωξαν τη μεταφορά των ποικίλων προβλημάτων σε ζώνη εκτός Δυτικής Ευρώπης, αλλά όχι και πολύ μακριά («Οι Άγιοι Τόποι είναι μπρός στην πόρτα μας»). Ταυτόχρονα οι ευλογίες του Πάπα υπέρ της επεκτατικής φεουδαρχικής πολιτικής, εξασφάλιζαν και εγγυώντο την ενότητα των επιχειρήσεων και άρα, την υποταγή της πολιτικής εξουσίας στην υπέρ άνω πάντων κυριαρχία της Καθολικής Εκκλησίας.
Καταλήγοντας, δε μπορεί κανείς να αρνηθεί την πρόκληση να αντιπαραβάλει το κίνημα των Σταυροφοριών με σύγχρονα γεγονότα και πολιτικοστρατιωτικές καταστάσεις. Πολλοί ιστορικοί, πολιτικοί επιστήμονες και στοχαστές θέτουν ένα κρίσιμο ερώτημα: γινόμαστε, άραγε, μάρτυρες επανάληψης ενός ιστορικού γεγονότος και ενός νέου «πολέμου πολιτισμών»; Μετά την 11η Σεπτεμβίου, ο περιβοήτος όρος «Σταυροφορία» επανεμφανίστηκε στη διεθνή πολιτική γλώσσα. Πρόκειται για μια περίεργη, μεταφορική χρήση της λέξης, που εκπλήσσει, και δίνει λαβή στην υποψία ότι, στην καλύτερη περίπτωση, υπάρχει άγνοια των ιστορικών γεγονότων που γέννησαν αυτόν τον όρο. Ο πρόεδρος Μπους, οπαδός του αμερικανικού Ευαγγελικού φονταμενταλισμού, μίλησε με «επιθετική ευσέβεια» και με πεπαλαιωμένη γλώσσα, για «νέα Σταυροφορία» και για «νίκη στον πρώτο πόλεμο του 21ου αιώνα». Κατ’ αυτήν την άποψη, η επίθεση και ο πόλεμος στο Ιράκ συνιστούν «θεϊκή αποστολή υπέρ της δημοκρατίας», «αντιτρομοκρατική εκστρατεία», και «ηθικό αγώνα» των Η.Π.Α. Το διάσημο πανεπιστήμιο του Καϊρου, Ελ-Αζχάρ, ονόμασε τον πόλεμο του Ιράκ «νέα σταυροφορία» εναντίον των Μωαμεθανών. Αν και μετά από διαμαρτυρία του Βατικανού πήρε μετριοπαθέστερη θέση, ο αιγυπτιακός Τύπος δεν εγκατέλειψε αυτόν τον χαρακτηρισμό.
Απ’ την μια πλευρά η αμερικανική γεωπολιτική (Pax Americana) επιζητεί τον έλεγχο της πετρελαϊκής παραγωγής και των αγορών, την εξασφάλιση της αμερικανικής ισχύος στις διεθνείς οικονομικές διαπραγματεύσεις απέναντι στους παράγοντες Ευρωπαϊκή Ένωση και Κίνα, καθώς και την ανοικοδόμηση του Ιράκ από αμερικανικές επιχειρήσεις. Απ’ την άλλη πλευρά, το Ισλαμικό κίνημα μιλάει για ιερό πόλεμο (τζιχάντ) ενάντια στην Δυτική επιθετικότητα μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Το «Ευρω-ισλάμ» και οι προοδευτικοί Μουσουλμάνοι αναλύοντας τις Ισλαμικές κοινωνίες εκ των έσω, σημειώνουν πως η ευρωπαϊκή αντίδραση απέναντι στις Ισλαμικές προκλήσεις πρέπει να είναι μετριοπαθέστερη. Ιδεολογικά ο φονταμενταλιστικός ισλαμισμός είναι μια συλλογική εκδήλωση αγανάκτησης απέναντι στη Δυτική απαξίωση, μια εσωτερίκευση των έξωθεν δυσμενών κρίσεων, και μια ουτοπία περί ιδρύσεως παγκόσμιας ισλαμικής εξουσίας. Σε οποιαδήποτε όμως περίπτωση - και αυτό είναι ένα σημείο που λόγω ίσως των επίκαιρων συνθηκών δεν τονίζεται όσο και όπως πρέπει - η μουσουλμανική αντίδραση και οργή ενάντια στον νεό-ιμπεριαλισμό και στη μετανεωτερικότητα της καπιταλιστικής διεθνούς οικονομίας, δεν πρέπει να συγχέεται, και πόσο μάλλον να ταυτίζεται, με τις όποιες αυθεντικά προοδευτικές δυνάμεις που αγωνίζονται να γεννηθούν και να δράσουν μέσα στις παραδοσιακές μουσουλμανικές κοινωνίες. Το γεγονός ότι και απ’ την άλλη μεριά του Ατλαντικού, στις Η.Π.Α., καλλιεργείται κλίμα θρησκοληπτικής υστερίας, και ότι μεθοδεύονται και ήδη πραγματοποιούνται, βαθειά αντιδημοκρατικές καταστάσεις, το μόνο που προαναγγέλλει είναι μια συνολική παγκόσμια οπισθοδρόμηση.

Σ’ αυτό το παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό, απ’ την αμερικανική κατοχή του Ιράκ, ως την Παλαιστίνη, το Αφγανιστάν, αλλά και τους επερχομένους εξ Ανατολών (εγγύς και άπω) ολοκληρωτισμούς, ευθύνη της Ιστορικής έρευνας είναι να πληροφορήσει όσο το δυνατόν αντικειμενικότερα, έτσι ώστε η μυθοποίηση, η δημαγωγία, και η διαστρέβλωση της Ιστορίας προς ίδιον όφελος, να αποκαλύπτονται ως αυτό που πράγματι είναι. Στην προκειμένη περίπτωση ο σύγχρονος ιστορικός προβληματισμός, που αναπτύσσεται, αποτελεί μια επιμελημένη αντιπαράθεση στην παρερμηνεία των ιστορικών Σταυροφοριών, που προφανώς, ακόμη και σήμερα δίνει λαβή σε πολιτικό οπορτουνισμό.

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2007

‘Cyprus belongs to its people’

Friends,
AGIOS wants to inform you about the problem of his country, Cyprus. It is my duty to tell you something about the fortune of my country, because we want your help in order to find a workable and viable solution to our national problem. I believe that the power of mind and dream and the strength of juvenescence play a crucial role in the vivification of justice and freedom all over the world. This freedom is not something abstract and invisible. Conversely, it is an internal procedure. First and foremost, we must ensure our inward liberty. The liberty of mind and thought.

Short history of Cyprus Problem

Using as a pretext the coup of 15 July 1974, Turkey invaded Cyprus allegedly as a "guarantor" of the island's independence but with the sole aim of destroying it. On 20 July 1974, 40.000 Turkish troops landed on the island assisted by Turkish air and naval forces, in violation of the U.N. Charter and all principles governing international relations as well as her own contractual obligations. On 14 August, Turkey launched a second invasion in violation of the Security Council resolutions calling for a cease-fire and troop withdrawal, and of the agreements it signed at Geneva. As a result, approximately 40% of the total territory of the Republic of Cyprus, which in economic terms is much more significant than its size (accounting for 70% of the economic potential), came under Turkish military occupation and about 40% of the total Greek Cypriot population was displaced. Moreover, thousands of people, including civilians, were killed or ill-treated and many more disappeared and are still missing. Turkey also pursued a deliberate policy aimed at turkifying the occupied areas and at destroying the cultural heritage of Cyprus. On 15 November 1983, Mr. Denktash, the Turkey Cypriot leader, declared a separate "state" which he named the "Turkish Republic of Northern Cyprus" ("T.R.N.C."). While Turkey feigned surprise at this secessionist move, it promptly recognised the "new state" and pledged to assist it. The Turkish Cypriot leadership's unlawful action, however, provoked universal condemnation and the international community unequivocally declared that there was no question of recognition.
It has become apparent and it can be confirmed through the statements of Turkish officials as well as statements made by the President of Turkey himself, that the aim of the Turkish side is the creation of two separate states in Cyprus and not reunification. Despite persistent efforts by Ankara and its subordinate local administration in the occupied areas, no country, other than the occupying power, recognizes this illegal entity, in full compliance with the binding resolutions of the Security Council. A solution can only be functional and viable if it serves the interests of all Cypriots, restores human rights and reverses the faits accomplis created by the illegal Turkish invasion. The substance of the Cyprus issue is that the invasion and the occupation contravene international law… Turkey is attempting in every possible way to prevent a settlement reunifying the island.
A prerequisite to re-unification is ridding the island of the Turkish occupation and any martial foreign presence. This is the most important thing and it should be for the entire Cypriot people. Thus, the international community must exert pressure on Turkey so that it can no longer hide behind the Turkish Cypriot ‘yes’ in the (Annan plan) referendums and so-called isolation to block progress.

‘Greek Cypriots, Turkish Cypriots common struggle - common homeland’

Useful link: http://kypros.org/Cyprus_Problem/p_periexomeva.html

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2007

Si mens non laeua fuisset...

Si mens non laeua fuisset...
(Αν το μυαλό μας δεν ήταν εχθρικό…)

Κύπριοι συμπολίτες μου,
Κάθε φορά που το ημερολόγιο δείχνει 15 Νοεμβρίου, θυμούμαστε την αποφράδα εκείνη μέρα της ανακήρυξης του ψευδοκράτους. 15 Νοεμβρίου 1983 ήτανε, όταν ο Ραούφ Ντεντκτάς τολμούσε, κατά παράβαση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου, να ανακηρύξει στα κατεχόμενα εδάφη της πατρίδας μας μια παράνομη και εκτρωματική, ούτω καλούμενη «κρατική οντότητα». Μια οντότητα που κανένα κράτος του κόσμου, πλην της Τουρκίας, επισήμως και το τονίζω επισήμως, δεν έχει αναγνωρίσει. Τουλάχιστον όχι ακόμα. Και έκτοτε, συνηθίσαμε να λέμε ότι δεν ξεχνούμε και αγωνιζόμαστε για επανένωση της πατρίδας μας. Ότι στον ύπνο και τον ξύπνιο μας μονάχα γι’ αυτήν νοιαζόμαστε, μονάχα γι’ αυτήν παλεύουμε και μονάχα γι’ αυτήν ζούμε και αναπνέουμε…
Αμ δε! Αμ δε! Αυτά, να μου επιτρέψετε να σας πω Κύπριοι συμπολίτες μου, ότι είναι «παπάρες» ολκής! Αρλουμπολογούμε ακατασχέτως και το ξέρουμε. Προσπαθούμε ξεγελάσουμε τους άλλους, μα το μόνο που καταφέρνουμε είναι να εμπαίζουμε τον ίδιό μας τον εαυτό. Απόψε ο ΑΓΙΟΣ θα πει πικρές αλήθειες. Όχι, για να το παίξει υπεράνω. Όχι, γιατί επέλεξε τον ασφαλή ρόλο του κήνσορα των κακώς εχόντων στον τόπο μας. Όχι. Είναι καιρός να κάνουμε μια κουβέντα με τον εαυτό μας. Είναι καιρός να μιλήσουμε ειλικρινά και τίμια, θαρραλέα και αποφασιστικά πρωτίστως με τον με τον εαυτό μας και έπειτα μεταξύ μας. Είναι καιρός να ωριμάσουμε, να μπορούμε να ακούσουμε την αντίθετη άποψη και να κάνουμε ένα πολιτισμένο διάλογο. Αν μη τι άλλο ας το κάνουμε για το καλό μας. Είναι καιρός να σκεφτούμε ποιοι είμαστε και που πάμε. Και επειδή αυτό είναι αρκούντως δύσκολο εγχείρημα για «κοιμισμένους» και «βολεμένους», όπως είναι η αφεντιά μας, ο ΑΓΙΟΣ επιθυμεί να γίνει «ο πρώτος κινήσας» μιας τέτοιας συζήτησης. Βούλεται να εκφράσει, με παρρησία και σθένος, τις απόψεις του. Να ρίξει λάδι στη φωτιά. Να ξυπνήσει τις ναρκωμένες συνειδήσεις μας. Είναι δύσκολο κάτι τέτοιο, διότι το δέρμα είναι παχύ και η ψυχή αδιάφορη. Αξίζει μια προσπάθεια.
Αρχίζω προκλητικά! Είμαστε ανθρωπάκια, μικρά και ευτελή. Δε διστάζουμε να πουλάμε και την ψυχή μας στο διάολο προκειμένου πολλαπλασιάσουμε τα μηδενικά τραπέζης που διαθέτουμε. Συμφωνείτε, Κύπριοι συμπολίτες μου; Δεν άκουσα; Διαφωνείτε; Διαφωνείτε ότι παραδοθήκαμε, αφεθήκαμε και βουλιάζουμε στην ιλύ της ύλης; Ότι βολευτήκαμε; Ναι, βολευτήκαμε πίσω από φτηνά άλλοθι, πίσω από θέσεις και αξιώματα. Γίναμε καρεκλοκένταυροι και νιώθουμε περήφανοι γι’ αυτό. Μπορούμε τώρα πια να τελειώνουμε ένα Πανεπιστήμιο και με το «ππιλλεττούιν» του κάθε βουλευτάκου και του κάθε υπουργίσκου, να λιώνουμε στις καρέκλες της δημόσιας υπηρεσίας μέχρι να έρθει το 63ο έτος της συνταξιοδότησής μας. Νιώθουμε περήφανοι που έχουμε πολλά μηδενικά σε κρυφούς λογαριασμούς εις τας τράπεζας της Ελβετίας. Νιώθουμε περήφανοι που μπορούμε να κυκλοφορούμε τη «γκόμενα» σε πολυτελέστατα αυτοκίνητα. Κομπορρημονούμε για τα δήθεν κατορθώματά μας. Πείτε μου, Κύπριοι συμπολίτες μου, τι θεωρούμε κατόρθωμα; Να ρίξουμε τη «γκόμενα» στο κρεβάτι από την πρώτη νύχτα; Να ανέβει η τιμή των μετοχών μας στο χρηματιστήριο; Να κτίσουμε άλλο ένα ξενοδοχείο εις τας παραλίας μας ή να κλέψουμε για άλλη μια φορά, σύντονα και αποτελεσματικά, την εφορία; Αυτά είναι τα κατορθώματά μας;
Συνεχίζω προκλητικά! Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, 15 Νοεμβρίου, ανοίγουμε τα ντουλάπια μας και βγάζουμε τη γαλανόλευκη. Τη βάζουμε στον ώμο και παίρνουμε τας οδούς, πορευόμαστε στην Πλατεία Ελευθερίας και διαδηλώνουμε κατά της ανακήρυξης του ψευδοκράτους. Οργανώνουμε διαδηλώσεις, πορείες αντικατοχικές στα οδοφράγματα του αίσχους, που με δικά μας λάθη και παραλείψεις στήθηκαν και τσιμεντώθηκαν. Και η μαθητιώσα νεολαία, και τα στρατευμένα νιάτα και το φοιτητικό κίνημα είναι εκεί. Στο μετερίζι του αγώνα… Και μετά; Την 16 Νοεμβρίου; Τι κάνουμε μετά; Τίποτα! Απολύτως τίποτα! Γιατί να κάνουμε, άλλωστε; Ό, τι κάναμε την 15η Νοεμβρίου μας είναι αρκετό. Ξέρετε πόση είναι η απόσταση από το Πανεπιστήμιο Κύπρου ως την Πλατεία Ελευθερίας; Τι και αν πήγαμε με λεωφορείο. Όλα και όλα, η απόσταση είναι απόσταση. Άλλωστε, ξεγελάσαμε τη συνείδησή μας και τώρα μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι. Μέχρι την επόμενη επέτειο ανακήρυξης του ψευδοκράτους. Κύπριοι συμπολίτες μου, συγγνώμη που θα σας το πω, αλλά έτσι δε ξοφλάμε το χρέος μας απέναντι στην πατρίδα. Δυστυχώς για μας, έτσι είναι τα πράγματα. Χρειάζεται αγώνας εθνικός. Μα για να πραγματωθεί ετούτος ο αγώνας για λευτεριά του τόπου μας, πρέπει πρώτα να λευτερωθούν οι ψυχές μας. Οι ψυχές ημών που καλούμαστε να λευτερώσουμε τον τόπο μας. Πότε θα το πάρουμε χαμπάρι;
Να σας προκαλέσω ακόμα περισσότερο; Θα σας πω την άποψη μου, λοιπόν, για το κυπριακό πρόβλημα, το πριν, το τώρα, το μετά. Διαρρήδην μεν, εν συντομία δε. Δε θέλω να σας κουράσω. Άλλωστε, τα πράγματα είναι τόσο απλά. Μα τόσο απλά. Σας λέω: εμείς φταίμε για ό, τι πάθαμε, παθαίνουμε και θα πάθουμε. Τόσο απλό. Ποια ήταν η αφορμή για την εισβολή; Το πραξικόπημα, το οποίο εμείς προκαλέσαμε. Χωριστήκαμε στα δυο – όπως σε όλες τις κρίσιμες στιγμές, έτσι και τότε, αυτά έκανε ο ελληνισμός – ερίζαμε μεταξύ μας, αλληλοσκοτωνόμασταν, αλληλοανατιναζόμασταν και αλληλοβριζόμασταν, τη στιγμή που ξέραμε ότι οι Τούρκοι καιροφυλακτούν. Τους δώσαμε το νομικό πρόσχημα (με βάσει τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου) και μπήκανε. Και σήμερα τι κάνουμε; Τα ίδια και χειρότερα, λέω εγώ. Αντί να συμπτυχθεί ένα αρραγές εσωτερικό μέτωπο, αντί να παραμερίσουμε τις όποιες διαφορές μας – πολιτικές, ιδεολογικές, κομματικές ή προεκλογικές – και να συζητήσουμε τις προοπτικές λύσεις του κυπριακού προβλήματος, μιλάμε ακόμα για «γριβικούς» και «μακαριακούς», για «ναιναίκους» και «super – πατριώτες». Ε, λοιπόν ναι, μας αξίζει αυτό που πάθαμε. Και αν δεν αλλάξουμε μυαλά θα έρθουν πολύ χειρότερες μέρες.
Si mens non laeua fuisset...
Μια έκκληση να κάνω μόνο στους κ. Παπαδόπουλο, Χριστόφια και Κασουλίδη: το κυπριακό δεν είναι πεδίο προεκλογικής και δημαγωγικής εκμετάλλευσης. Βρείτε, για το καλό του τόπου και του λαού μας, μια κοινή συνισταμένη και πορευθείτε από κοινού. Σταματήστε να μιλάτε για το παρελθόν. Το σχέδιο Ανάν ανήκει στην ιστορία. Τέλειωσε. Από εδώ και πέρα υπάρχει το μέλλον, το οποίο προδιαγράφεται δυσοίωνο. Η μόνη λύση είναι η από κοινού πορεία.
Αλλιώτικα με τι μούτρα θα λέμε ότι την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσομεν;

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2007

Ω, τι κόσμος μπαμπά!

Παραδεισιώτες και παραδεισιώτισσες! Καλησπέρα σας και πάλι από τον ΑΓΙΟ. Δυο κουβέντες μόνο θα ‘θελα να πούμε απόψε. Είδα κάτι που με ενόχλησε πολύ. Με έκανε να σκεφτώ που πάμε τελικά. Που πάμε σαν άτομα, σαν προσωπικότητες, σαν κοινωνία, σαν λαός. Οι δείχτες του ρολογιού μου έδειχναν δέκα το βράδυ. Ένα τυπικό σαββατιάτικο βράδυ στη φθινοπωρινή – επιτελούς – πρωτεύουσα της νήσου Κύπρου. Και παρόλο που η σάρξ ήταν απρόθυμη, έκανα το μεγάλο βήμα και βγήκα από το σπίτι. Περπάτημα. Δεν τολμώ να πω «joking». Βαριά κουβέντα για μένα! Βαδίζοντας στο έρεβος, βυθισμένος στις σκέψεις και τους λογισμούς μου, έβλεπα τους ανθρώπους να τρέχουν ένθεν κακείθεν, τα αυτοκίνητα να περνάνε, ως συνήθως πάνω στα πεζοδρόμια, τα λιγοστά café της περιοχής γύρω από το σπίτι μου να είναι ασφυκτικά γεμάτα και τα ανθρώπινα κορμιά να λικνίζονται στους ρυθμούς Μαζωνάκη και Ρουβά… Εγώ στον κόσμο μου, όπως πάντα. Και όταν επιτέλους πέρασα από την «κυριλλέ» περιοχή και μπήκα στο στενό καθ’ οδόν για το σπίτι, ένιωσα το πόδι μου να πατάει σε κάτι μαλακό. Εκείνη την ώρα, εξ αίφνης, ξύπνησα. Κοιτάζω κάτω και βλέπω κάτι φρικτό! Απαίσιο! Ναι, ναι αυτό είναι, κυρία μου. Ένα γατάκι, ετών ποιος ξέρει πόσων, κειτόταν στο δρόμο νεκρό, με τα εντόσθια και τα μάτια του έξω, μέσα σε μια λίμνη αποξηραμένου αίματος, με ένα τσούρμο μύγες από πάνω. Και αυτό το θέαμα, πάω στοίχημα, ξέρετε από τι προκλήθηκε. Ναι, ναι, αμήν, αμήν, λέγω υμίν είτε από τις ρόδες κάποιου «καμικάζι» της ασφάλτου, είτε από την αδαοσύνη κάποιου ασυνείδητου οδηγίσκου, ο οποίος νόμισε ότι επειδή κυκλοφορεί με πανάκριβο BMW μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και όποιον πάρει ο χάρος. Είναι, κυρία μου, υπαρκτή η εικόνα αυτή της κοινωνίας μας. Υπαρκτή και τραγική. Στη Λευκωσία, πρωτεύουσα της νήσου Κύπρου, οι οδηγοί έχουν απόλυτη κυριότητα στο δρόμο, αλλά και στο πεζοδρόμιο. Και οι πεζοί θα μου πείτε; Στα δέντρα! Καλά ακούσατε: εμείς, εμείς που δε μας αγόρασε ο μπαμπάς αυτοκινητάκι, που δεν έχουμε την τιμή να κυκλοφορούμε τη γκόμενα σε αυτοκίνητο πολυτελείας, όλοι εμείς οι πεζοί πρέπει να κυκλοφορούμε από δέντρο σε δέντρο, κυρία μου. Ταρζάν της πρωτευούσης θα γίνουμε. Τώρα θα μου πεις δεν έχει και δέντρα η πρωτεύουσα. Αδιάφορο! Ξεχάσαμε όμως τη γατούλα. Μην ανησυχείς, κυρία μου, είναι ακόμα εκεί. Κείτεται στο δρόμο νεκρή, με τα εντόσθια και τα μάτια της έξω, μέσα σε μια λίμνη αποξηραμένου αίματος, με ένα τσούρμο μύγες από πάνω. Ακόμα! Γιατί, κυρία μου, έχουν και άλλες δουλειές στο δήμο της πρωτευούσης… της ευρωπαϊκής μας πρωτευούσης! Μην ξεχνιόμαστε!
Η δυστυχία μου όμως έχει και συνέχεια. Δευτέρα πρωί. Δυστυχώς ήρθε! Μια νέα εβδομάς πνευματικού κάματου ξεκινάει. Καλά θα κόψω κάτι! Πρωί πρωί, περί τις οκτώ παρά τέταρτο εξήλθον της οικίας μου και διηύθυνα τα βήματά μου, προς το τιμημένο «τέμενος των Μουσών», το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Περνώντας από την περιοχή στην οποία βρίσκεται το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, στην περιοχή του Aluminium Tower, εντόπισα ένα αυτοκίνητο να με προσπερνάει με ταχύτητα και να σταθμεύει σε ένα χώρο στάθμευσης, ο οποίος προοριζόταν για ανθρώπους με κινητικά προβλήματα. Με έκπληξη μου παρατήρησα ότι ο υπεύθυνος ασφαλείας ενός κτηρίου της περιοχής, αδιαφόρησε για το γεγονός. Η λογική θα υπαγόρευε να κοιτάξω αλλού και να συνεχίσω την πορεία μου. Όμως αποφάσισα να μην υπακούσω – σπάνια το κάνω αυτό – στη λογική. Κατευθύνθηκα προς το μέρος του εν λόγω γαϊδάρου με κουστούμι (ζητάω συγγνώμη στα συμπαθή τετράποδα αν τα θίγω με αυτό που λέω!) και του υποδεικνύω ευγενικά – με το σεις και με το σας – ότι ο χώρος στάθμευσης ανήκει σε άτομα με κινητικά προβλήματα. Η απάντηση; «Τζαι σένα ήντα που σε κόφτει, ρε;»
Αυτή είναι η κυπριακή κοινωνία, κυρία μου. Αυτοί είμαστε. Μια ζωή τα ίδια και τα ίδια. Τι Ευρώπη και ιστορίες, μου λες. Μπήκαμε για τα καλά στο ρόλο του λεφτά κυρίου, με τα γυμναστήρια, τα αυτοκίνητα πολυτελείας, με τις γκόμενες κλπ κλπ. Και οι κυρίες με τα κομμωτήρια, τα «ταγιεράκια», τα αυτοκίνητα και αυτές, τη «γκλαμουριά» κλπ κλπ. Αυτοί είμαστε. Τι μας ενδιαφέρει εμάς τώρα για τους άλλους. Για τον πτωχό γατούλη και τους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα. Και όταν κάποιοι μας πούνε κιόλας ότι κάνουμε λάθος, ξέρετε την κίνηση που κάνουμε. Έκτασις της χειρός εις οριζοντίαν σχεδόν θέσην, λύγισμα αυτής και κίνησις από πάνω, εις εν σημείον εις τη μέσην περίπου του ανθρωπίνου σώματος.
Αυτοί είμαστε και δε βλέπω να αλλάζουμε ποτέ. Μα ποτέ, βρε γαμώτο…
Όσο για τον «κύριο» που σας ανέφερα προηγουμένως, ελπίζω να έχει ήδη πληρώσει την κλήση που του έδωσε το συμπαθητικό και μάλλον νιοφερμένο, εις τας τάξεις της κυπριακής αστυνομίας, όργανο της τάξεως… Και λέω νιοφερμένο γιατί αυτή είναι μια άλλη μεγάλη ιστορία που θα πούμε άλλη φορά.
Καληνύχτα σας!

Η κρίσις του πολιτικού συστήματος

Το ελληνικό – αλλά και το παγκοσμίου βεληνεκούς πολιτικό σύστημα – παρουσιάζει στις μέρες μας έντονα τα σημάδια της εσωτερικής, της βαθιάς και οξείας παθογένειας. Το πολιτικό σύστημα και ως γενική, δυναμική, αξιακή έννοια και ως «βιοθεωρία», θεωρία, δηλαδή, η οποία τίθεται στην υπηρεσία του πολίτη πρακτικώς, πάσχει. Αυτή είναι μια τραγική διαπίστωση. Τραγική, ίσως φαταλιστική, πάντως ευδιάκριτη στη σημερινή διάσταση των πολιτικών συσχετισμών δυνάμεως και των κομματικών ισορροπιών. Η διαπίστωση ότι το πολιτικό σύστημα και οι φορείς αυτού νοσούν δεν είναι μια φιλολογική παρατήρηση, ούτε μια λεκτική αποτύπωση δεδομένων και καταστάσεων. Η κρίσις του πολιτικού συστήματος αφορά όλους και όλες, γιατί επηρεάζει την ζωή μας, θίγει τα κεκτημένα μας και φαλκιδεύει, πολλές φορές με βάναυσο και αυταρχικό τρόπο, τις ελευθερίες μας. Θίγει, πρωτίστως, τη δυνατότητά μας να αρθρώσουμε κριτικό και επικριτικό των καταστάσεων λόγο. Τι σημαίνει όμως «κρίσις»; Τι πάει να πει ότι το πολιτικό σύστημα νοσεί; Ποιοι, εν τέλει, ευθύνονται για αυτή την κρίση;
Για να απαντήσει κανείς σε όλα αυτά τα ερωτήματα, πρέπει να ξεκινήσει από μια κρίσιμη διαπίστωση: το «πολιτικό σύστημα» δεν είναι και δεν πρέπει να είναι μια έννοια νεφελώδης και απατηλή. Είναι, αντιστρόφως, μια έννοια συγκεκριμένη: βασικοί παράγοντες που νοηματοδοτούν την έννοια του «πολιτικού συστήματος» είναι τα πολιτικά κόμματα, οι ανεξάρτητοι φορείς εξουσίας, λ.χ. η δικαστική εξουσία, που είναι επιφορτισμένη με τη «σύννομη επιτήρηση» των πολιτικών δρωμένων σε μια χώρα και συγκεκριμένοι, επακριβώς ορισμένοι πολιτικοί και θεσμικοί παράγοντες, λ.χ. ο πολιτικός θεσμός της προεδρίας της δημοκρατίας στο κοινοβουλευτικού χαρακτήρα πολίτευμα της ελληνικής δημοκρατίας. Θεσμός, ο οποίος, δυνάμει των βασικών προνοιών του ελληνικού συντάγματος, είναι επιφορτισμένος με την ευθύνη να διατηρεί και να ενισχύει τον χαρακτήρα του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα. Και φυσικά περιφανή θέση στη συγκρότηση του πολιτικού συστήματος κατέχουν οι κοινωνικοί παράγοντες, εμείς, οι πολίτες. Ο καθένας και η καθεμιά από μας, μονήρως και συλλογικώς. Σε αυτή τη σύντομη παρέμβασή μου δε θα επικεντρώσω διόλου την προσοχή μου στους ανεξάρτητους φορείς εξουσίας, ούτε στους πολιτικούς και θεσμικούς παράγοντες άσκησής της. Αντιθέτως, θα σταθώ ιδιαιτέρως στο θεσμό των πολιτικών κομμάτων και στη στάση των πολιτών, γιατί προσωπικά φρονώ ότι η κρίσις του πολιτικού συστήματος σε αυτούς τους παράγοντες στηρίζεται και από αυτούς πηγάζει. Η στάση αυτών των παραγόντων είναι η έχουσα τη βασική ευθύνη για την κατιούσα πορεία της χλωροφορμισμένης δημοκρατίας του καιρού μας.
Η κρίση του διπολισμού στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό, όπως αυτή προέκυψε μετά τις πρόσφατες εκλογές της 16ης Σεπτεμβρίου, ήτοι η πολιτική έριδα που προέκυψε στο ΠΑΣΟΚ και η υπόγεια διαμάχη, που ξέσπασε στην κυβερνώσα παράταξη και ολοένα καθίσταται πιο φανερή και πιο έντονη, είναι χαρακτηριστικά «σημεία» (και «τέρατα»!) της «δημοκρατικής» παθογένειας. Το ελληνικό πολιτικό σκηνικό είναι, μετά την τελευταία εκλογική αναμέτρηση, ασυνήθιστα ρευστό και φορτισμένο. Από τη μια το ΠΑΣΟΚ διχάζεται και κλονίζεται εσωτερικά από μια πρωτοφανούς πολιτικής διαμάχης, εσωτερική αντιπαλότητα. Χωρίστηκε – κακά τα ψέματα – σε δυο αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Είναι λάθος, κατά την εκτίμησή μου να μιλούμε για «παπανδρεϊκούς» και «βενιζελικούς». Δεν είναι εδώ το ζήτημα και δεν είναι αυτός ο προκύπτον πολιτικός διαχωρισμός στο ΠΑΣΟΚ. Το θέμα είναι καθαρά αξιακό και εξόχως πολιτικό. Από τη μια βρίσκεται η καθεστωτική αντίληψη για την άσκηση πολιτικής και την ανέλιξη στους κομματικούς θώκους. Η αντίληψη για το «όνομα», την οικογενειοκρατία, τον νεποτισμό. Η αντίληψη για την κληρονομική θεώρηση της πολιτικής ιστορίας και η πολιτική πρακτική που εξαντλείται στη εικόνα και την επικοινωνιακή θεώρηση της πολιτικής ως πρακτικής άσκησης. Από την άλλη βρίσκεται μια νέα πρόταση, η οποία επικεντρώνει την πολιτική πρακτική στον πολιτικό λόγο και την επιχειρηματολογία. Η εικόνα, ως κατεξοχήν φενάκη, παραμερίζεται. Μια νέα πολιτική πρακτική προτείνεται: ο πολιτικός λόγος, ο ευθύς, ο ξεκάθαρος, ο τολμηρός είναι σκοπός και επιδιωκόμενη αυταξία του νέου πολιτικού κλίματος. Το θέμα είναι, δυστυχώς, ότι ο κόσμος είναι ακόμα ανώριμος να δεχτεί αυτή τη νέα πρόταση. Είναι, δυστυχώς, προσκολλημένος στα «παλιά»: αυτό που ενδιαφέρει είναι το «όνομα». Το «κυριλλέ» lifestyle. Η βιτρίνα. Η ωραία όψη και το ωραίο χαμόγελο. Το να κυκλοφορείς με τζιν και χωρίς γραβάτα. Το να κάνεις «joking» και να πίνεις «εσπρεσάκι» στην Πλάκα με τους νέους. Σε μια εποχή που η πολιτική συνείδηση τελεί σε προκεχωρημένη χαλάρωση. Να μου επιτρέψετε να σας πω ότι αυτό είναι μια επιδερμική και επιπόλαια αντίληψη για την πολιτική πρακτική. Πού πάει ο πολιτικός λόγος; Πού είναι οι προτάσεις – λύσεις για τα προβλήματά σου; Αδιάφορο! Ιδού η πιο τρανταχτή εικόνα της πολιτικής παθογένειας: από το προσκήνιο πάμε στο παρασκήνιο και από την ουσία στα συμπαρομαρτούντα. Από τον πολιτικό και στοχαστικό λόγο, στη «γκλαμουριά» των βαρόνων της πολιτικής νομενκλατούρας. Περνάμε, ως χώρα και ως λαός, μια δεύτερη «δημοκρατική βασιλεία». Τη «δημοκρατική βασιλεία» του ονόματος. Ειλικρινά δε μπορώ να καταλάβω γιατί πρέπει να νιώθω «συμπάθεια» και «υποταγή» σε μη χρήσιμους πολιτικούς, μόνο και μόνο επειδή έχουν όνομα. Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Μπορεί ο μπαμπάς τους να τίμησε την Ελλάδα, αλλά αυτοί δεν «τραβάνε». Γιατί πρέπει εγώ να είμαι ψυχολογικά και ηθικά δεμένος μ’ αυτούς;
Από την άλλη, είναι εμφανές ότι η κυβερνητική παράταξη αυτή τη στιγμή κάθε άλλο παρά συγκροτημένη είναι. Η αμφισβήτηση που υφίσταται η βασική – αν υπάρχει και αυτή – πολιτική γραμμή της κυβέρνησης Καραμανλή είναι πρόδηλη. Η κυβέρνηση βάλλεται εκ των έσω και μάλιστα πιο σκληρά, απ’ όσο εβάλλετο από την αντιπολίτευση εν καιρώ εκλογών. Μέχρι που είπανε κάποιοι βουλευτές της Ν.Δ. να κάνουνε αντιπολίτευση, μιας και το ΠΑΣΟΚ έχει τώρα τα δικά του! ΕΛΕΟΣ! Τι θα ακούσουμε άλλο; Ο κ. Καραμανλής, πάντοτε βασικός αμέτοχος από τα τεκταινόμενα στο πολιτικό σκηνικό προσπαθεί να σώσει την κυβέρνησή του που στηρίζεται πάνω σε μια ισχνή πλειοψηφία με κάθε τρόπο. Ακούσαμε για διαγραφές. Ακούσαμε για πρόωρες εκλογές. Μα ως πόσο πια θα ανεχόμαστε να υποτιμάται το πνεύμα του συντάγματος, μόνο και μόνο για να ικανοποιούνται πρακτικές πολιτικής αυτοσυντήρησης. Πρέπει όλοι οι πολιτικοί παράγοντες να κατανοήσουν ότι οι τακτική του πολιτικού αιφνιδιασμού εκτός του ότι βλάπτει σοβαρά το πολιτικό σύστημα και την αξιοπιστία του πολιτικού ήθους, έχει πια καταντήσει πολιτικός αυτοαιφνιδιασμός. Δεν εξυπηρετεί πια κανέναν. Η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ είδαν τα εκλογικά τους ποσοστά να υποχωρούν στις τελευταίες εκλογές. Στη δε Ν.Δ. η κρίση με την απειθαρχία στελεχών και την εσωτερική γκρίνια προοιωνίζεται την έναρξη της εσωκομματικής αμφισβήτησης του κ. Καραμανλή. Οι «αντάρτες» δίνουν το στίγμα της αμφισβήτησης των πρωθυπουργικών πολιτικών επιλογών. Η «κούρσα» διαδοχής, ατύπως, έχει ήδη ξεκινήσει και για το κυβερνόν κόμμα. Το φιάσκο στα Ζωνιανά τους έλειπε: κράτος εν κράτει με την ανοχή της πολιτείας. Ο λαϊκισμός κάποιων πολιτικών ανδρεικέλων εξέθρεψε τη λογική της παρανομίας στα Ζωνιανά. Οι ευθύνες βαριές πέφτουν στους ώμους όλων. Η συντεταγμένη πολιτεία, η κυβέρνηση και η αστυνομία καλούνται να βρουν λύση. Το μόνο που μπορεί κανείς να ελπίσει είναι να μη χτυπήσει και πάλι ο δαίμων της κυβέρνησης. Ο δαίμων της ανικανότητας και της πολιτικής ραθυμίας εξαιτίας της αδυναμίας της, να αναλάβει το πολιτικό κόστος αποφάσεων απαραίτητων για την πρόοδο της χώρας.
Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι τα αφενός τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα ασκούν μια πολιτική προσωποπαγή, μια πολιτική που αποσκοπεί όχι στο να προτείνει λύσεις για τα λαϊκά προβλήματα, αλλά μια πολιτική πρακτική που αποσκοπεί στην ικανοποίηση των πολιτικών και προσωπικών επιδιώξεων των αρχηγών και των προβεβλημένων στελεχών της κάθε παράταξης. Τα πολιτικά κόμματα αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν αρθρώνουν πολιτικό λόγο. Δεν ασκούν πολιτική. Τόσο απλά. Αρκούνται στην ανερμάτιστη πολιτική της εικόνας και των επικοινωνιακών τακτικών. Πίσω από τα πολιτικά ανδρείκελα κρύβονται εκδότες, επιχειρηματίες, πολιτικά συμφέροντα, επιδιώξεις προσωπικού τακτικισμού. Και όλα αυτά με την ανοχή, ίσως και την επιδοκιμασία των πολιτών. Ακόμη και των νέων ανθρώπων. Η κρίση της πολιτικής είναι κρίση πρωτίστως ηθικής και κοινωνικής φύσεως. Και για αυτήν ευθυνόμαστε όλοι εμείς. Μονήρως και συλλογικώς. «Τον ξένο και τον εχθρό τον είδαμε στον καθρέφτη», που λέει και ο ποιητής.

«Σιώπα, γιέ μου. Σιώπα…»

Παραδεισιώτες και παραδεισιώτισσες! Καλησπέρα σας και πάλι από τον ΑΓΙΟ. Σήμερα θα ήθελα να πούμε δυο κουβέντες για ένα ζήτημα τόσο απλό κι όμως τόσο δύσκολο. Θα ήθελα να μιλήσουμε λίγο για τη σιωπή. Ναι, όπως το ακούσατε. Θέλω να κουβεντιάσουμε για τη σιωπή. Η σιωπή μπορεί να αναλυθεί με τον λόγο. Όχι, όχι δε λέω μαλ… Ακούστε να δείτε λοιπόν. Με μια μικρή αναδρομή στα παλιά θα δείτε πως έχω δίκαιο. Πρωταγωνιστής της μικρής μας αναδρομής ο μικρός Ανδρέας.
6 χρονών ο μικρός Ανδρέας πάει στο δημοτικό. Ωραίες εποχές. Παιχνίδι, χαρά, τουλάχιστον μέχρι να αρχίσουν τα «φροντιστήρια». Οι πρώτες φιλίες. Αλλά, και η πρώτη φορά που καταλάβαινε ο μικρός Ανδρέας την αδικία του κόσμου. Η πρώτη τιμωρία: για πρώτη φορά ο μικρός Ανδρέας μπαίνει τιμωρία στον πίνακα, γιατί μίλησε με ένα φίλο του που του ζήτησε μια το τετράδιό του γιατί δε μπορούσε να δει τι έγραφε στον πίνακα. Η πρώτη άδικη τιμωρία και ο μικρός Ανδρέας διαμαρτυρήθηκε στη δασκάλα του. Η κατάληξη ήταν να τον στείλει στον κ. διευθυντή. Όταν πήγε σπίτι η μητέρα τον επέπληξε αυστηρώς. Το μήνυμά της ξεκάθαρο: «μάθε να σιωπάς. Εν πρέπει να πηαίνεις κόντρα με κανένα. Το δίκαιό σου εν θα το βρεις ποττέ σου. Σιώπα, γιέ μου. Σιώπα…». Πέρασαν τα χρόνια και ο μικρός Ανδρέας πήγε στο γυμνάσιο. Τα πράματα δυσκόλεψαν και ήταν καιρός να αποφασίσει ο μικρός για το μέλλον του. Επομένως το μήνυμα της μητρός του επαναλαμβανόταν με ένταση και ρυθμό κάθε μέρα. Μόνιμη επωδός πρωί, μεσημέρι και βράδυ. «Σιώπα, γιέ μου. Σιώπα…». Μα ο μικρός Ανδρέας δε έλεγε να συμμορφωθεί. Και μια μέρα διαφώνησε με μια καθηγήτριά του στο μάθημα της ιστορίας. Συζητούσανε τότε το θέμα της ελληνικής επανάστασης του 1821 και ο μικρός Ανδρέας τόλμησε να πει ότι η στάση της ιεραρχίας της εκκλησίας (όχι του απλού παπά – αυτό το τόνισε ο μικρός) δεν ήταν η καλύτερη δυνατή απέναντι στον αγώνα και στους αγωνιστές. Η αντίδραση της καθηγήτριας άμεση: «μα τι βλακείες είναι αυτές που λες». Ο μικρός αντέδρασε. «Είναι η άποψη μου, κυρία. Σέβομαι όλες τις άλλες απόψεις και απαιτώ να σεβαστείτε και εσείς τη δική μου». Βαρύς ο λόγος του μικρού. Και έτσι κατέληξε στον κ. Βοηθό Διευθυντή προς απολογία. Να απολογηθεί ο μικρός γιατί; Γιατί είπε τη γνώμη του και είχε την απαίτηση να γίνει σεβαστή; Για το αυτονόητο έπρεπε να απολογηθεί ο μικρός; Μάλιστα. Και όταν η μήτηρ αυτού το έμαθε, εξάλλως του τόνισε το σοφό της μήνυμα: «μα ποιος νομίζεις ότι είσαι; Εσύ εν να σώσεις τον κόσμο. Κρύψε καημένε μου, να περάσεις, γιατί εν σε θωρώ καλά. Σιώπα, γιέ μου. Σιώπα…» Ο μικρός μεγάλωσε λίγο και ήρθε η ώρα για το λύκειο. Το κρίσιμο μεταίχμιο μέχρι να μπει στο πανεπιστήμιο και να γλιτώσει από αυτή την εξουθενωτική βουβαμάρα της καταναγκαστικής σιωπής. Ο μικρός έκανε υπομονή. Μέχρι που ήρθε το ευχάριστο. Το προσδοκώμενο. Μπήκε στο πανεπιστήμιο ο μικρός. Μόνο που έπρεπε να κάνει υπομονή, για να περάσει και ο στρατός. Ο στρατός ήτανε μεγάλο σχολείο για τον μικρό Ανδρέα. Σχολείο με δύσκολο μάθημα για την ιδιοσυγκρασία του μικρού: βλέπε, άκου, σιώπα. Πέρασε και αυτό. «Επιτέλους», σκέφτηκε ο μικρός. Πανεπιστήμιο, ελευθερία λόγου και σκέψης. Μπήκε ο μικρός με το όνειρο και βγαίνει με το όνειρο του λαβωμένο. Γιατί τι είναι το πανεπιστήμιο, κυρία μου; Είναι ένα ίδρυμα εξ ορισμού συντηρητικό. Ο ακαδημαϊσμός συνθλίβει κάθε αντικομφορμιστική διάνοια. Δεν ανέχεται και δε συγχωρεί τη διαφορετική άποψη, η οποία τολμάει να αμφισβητεί τη σοφία των παχυλών βιβλίων και των περισπούδαστων πανεπιστημιακών αναλύσεων. Το πανεπιστήμιο είναι, κυρία μου, μικρογραφία της κοινωνίας. Ρουσφέτι και ευνοιοκρατία, διαπλοκή και συμφέροντα διακυβεύονται πίσω από τη φενάκη της εικόνας ενός, του κάθε ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος. Για να σταδιοδρομήσεις ή πρέπει να «γλύψεις» μετριότητες με κουστούμια ή πρέπει να σιωπάς. Να μην αντιδράς, να λες πάντα «ναι». Γι’ αυτό οι συμφοιτητές μας στην Ελλάδα – τηρουμένων των αναλογιών φυσικά – μας έδωσαν μαθήματα ζωής. Πάλεψαν, φώναξαν, διαδήλωσαν με τη στεντόρεια φωνή τους τη θέλησή τους να λαμβάνονται υπόψη από τις ακαδημαϊκές αρχές, όταν συζητούνται τόσο σοβαρά θέματα όπως το μέλλον του δημόσιου πανεπιστημίου. Και δεν πειράζει που βρήκε τους συμφοιτητές μας της Ελλάδας η «ζαρντινιέρα» του κ. Πολύδωρα. Δεν πειράζει που αυταρχικά οι «μπάτσοι» τους έσπασαν το κεφάλι. Είναι ακόμα εκεί. Πρώτοι στα μαθήματα και πρώτοι στον αγώνα.
Για αυτό σας λέω, παραδεισιώτες και παραδεισιώτισσες. Σπάστε το νόμο της σιωπής. Διαλύστε τη μητρική συμβουλή: «Σιώπα, γιέ μου. Σιώπα…». «Αρπάξτε τα ΠΡΕΠΕΙ από το Ι και γδάρτε τα μέχρι το Π», που λέει και ο ποιητής.
Και όσο για τον μικρό Ανδρέα ακόμα προσπαθεί να καταλάβει τι γίνεται σε αυτό το σκατόκοσμο…
ΠΡΟΣΟΧΗ: Η ιστορία του μικρού Ανδρέα είναι η ιστορία του κάθε ενός και της κάθε μιας από εσάς. Το όνομα αλλάζει μόνο.

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2007

Προς Ασπάλακας!

Ασπάλακας] 1. τυφλοπόντικας 2. (μτφ. για πρόσωπα) αυτός που δεν έχει οξυδέρκεια, που βρίσκεται σε πνευματικό σκοτάδι.
(Γ. Μπαμπινιώτης, Λεξικό της Νέας ελληνικής γλώσσας)

Παραδεισιώτες και παραδεισιώτισσες, καλησπέρα και πάλι από τον ΑΓΙΟ. Θα διερωτάστε ποιο είναι το νόημα του τίτλου αυτής της παρέμβασης του ΑΓΙΟΥ και σε ποιους απευθύνεται. Να τα πάρουμε από την αρχή. Ο γνωστός σε όλους και όλες σας, τέως υπουργός δημοσίας τάξεως και βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος της Ελλάδας, ο Βύρων Πολύδωρας, έκανε και πάλι έντονη την παρουσία του στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό και άναψε φωτιές στην ελληνική κυβέρνηση. Την κυβέρνηση Καραμανλή, μια κυβέρνηση οριακής πλειοψηφίας. Ο κ. Καραμανλής είναι «επαξίως» ο πολιτικός άρχοντας μιας πλειοψηφίας, η οποία εδράζεται σε 2 βουλευτικές έδρες. Μιας πλειοψηφίας «επίπλαστης και θνησιγενούς», επισφαλούς και αβεβαίας. Τι να κάνουμε, κύριε Καραμανλή; Έτσι αποφάσισε ο ελληνικός λαός: 2 έδρες να σας εξασφαλίζουν την «αιωνιότητα». Ή μήπως και να σας χωρίζουν από την «αιωνιότητα»; Οψόμεθα. Άλλωστε, οι πολιτικές εξελίξεις είναι ρευστές. Μίλησε ο Πολύδωρας και σήμανε συναγερμός σε Ρηγίλλης και Μαξίμου. Ο Βύρων τα έβαλε με όλους και με όλα, εκφράζοντας το παράπονο του γιατί δεν συμπεριλήφθηκε στο νέο κυβερνητικό σχήμα, όπως αυτό προέκυψε μετά την 16η Σεπτεμβρίου 2007. «Απασφάλισε» και είναι έτοιμος για παν ενδεχόμενο, προειδοποιεί ο Βύρων. Για άλλη μια φορά ταράζει τα λιμνάζοντα κυβερνητικά ύδατα, κάνοντας λόγο για «σχιζοφρενείς» πολιτικούς προβοκάτορες από το ίδιο του το κόμμα. «Ασπάλακες», όπως τους χαρακτηρίζει. Να ‘μαστε λοιπόν: περί ασπαλάκων ο λόγος. Σ’ αυτούς ο ΑΓΙΟΣ θα στείλει ένα μήνυμα, καταγράφοντας σε αυτήν την παρέμβασή του 3 παρατηρήσεις.

1η παρατήρηση: Κατ’ αρχάς, αγαπητέ Βύρων, όταν ζεις σε γυάλινο σπίτι μη ρίχνεις πέτρες. Αν είναι αυτοί, τα φερέφωνα του Μαξίμου, τα παπαγαλάκια της Ρηγίλλης και οι καλοταϊσμένοι κυβερνητικοί καρεκλοκένταυροι, ασπάλακες, όπως λες, άλλο τόσο είναι και ο τέως υπουργός δημοσίας τάξεως. Με όλο το σέβας! Τα ΜΑΤ χτυπούσαν τον Κύπριο φοιτητή στη Θεσσαλονίκη, η ζαρντινιέρα έδινε ρέστα, οι πραίτορες τσαλαπατούσαν τους φοιτητές που πάλευαν για το αυτονόητο, για δωρεάν παιδεία, η Ελλάδα καιγόταν και εσύ μιλούσες για τις «αρετές» του Έλληνα, το «μάτι του αετού και την υπομονή του βοδιού». Αυτά είναι, με όλο το σέβας, δείγματα «αρχι-ασπάλακα». Τι κάνατε; Πολιτική ιδεολογικοποιημένη; Πολιτική συγκρουσιακή; Να σας πω κάτι; Με όλο το σέβας και πάλι, ο πολιτικός λόγος είναι λόγος αξιακός, είναι πράξη και θεωρία αναβακχευμένη στα νάματα του ουμανισμού και της προσήλωσης στον άνθρωπο. Δε βάζει τον άνθρωπο στα κάγκελα, δε χτυπά, ούτε υποβάλλει τον άνθρωπο σε οδυνηρούς εξευτελισμούς. Δεν είναι τραμπούκος η πολιτική. Ως αυταξία που είναι έχει την ιδιότητα «του διαλέγεσθαι», όχι του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν».

2η παρατήρηση: Ο Βύρων, για ένα πράγμα έχει δίκαιο. Σε αντίθεση με αυτόν, όπως ισχυρίστηκε και απάντηση πήρε και από τον ΑΓΙΟ και από άλλους ΑΓΙΟΥΣ, οι πολιτικοί καρεκλοκένταυροι της κυβερνήσεως – και όχι μόνο, λέμε εμείς – προωθούν μια πολιτική αποϊδεολογικοποιημένη, μια «πολιτική light». Αυτό είναι αλήθεια. Οι πολιτικοί σήμερα είναι πολιτικοί καριέρας. Με φίλαυτες πρακτικές, μίζερες και αντιλαϊκές συμπεριφορές, αποσκοπούν στη διαιώνιση της παρουσίας τους στην πολιτική κονίστρα. Δεν τολμούν να αναλάβουν το πολιτικό κόστος αποφάσεων χρησίμων μεν, αλλά δυσάρεστων, περιστασιακά ίσως, στις μάζες. Επιδιώκουν να είναι απλώς και μόνο ευχάριστοι και όχι χρήσιμοι. Και φυσικά σε αυτή την επιδίωξή τους δε χωράει ο ακραιφνής πολιτικός λόγος. Δεν χωράει η ιδεολογική και πολιτική μάχη. Το πρόβλημα είναι ότι όλοι τους βολεύτηκαν και δε λένε να ξεβολευτούν. Μπροστά στο βόλεμα αυτό, οι ιδεολογίες έχασαν την αξία τους και συρρικνώθηκαν. Και αυτή η εξέλιξη γέννησε πρόβλημα εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών και των πολιτικών τους ταγών. Αξιακό είναι το πρόβλημα, ούτε οικονομικό, ούτε τεχνοκρατικό, αλλά ούτε και πρόσκαιρο. Αυτοί είναι, τω όντι αγαπητέ μου Βύρων, ασπάλακες.

Και γι’ αυτό ευθυνόμαστε όλοι εμείς. Εμείς που βλέπουμε τις αρχές και τις αξίες μας να γίνονται χαλί στα πόδια των πολιτικάντηδων. Εμείς που βλέπουμε τις αξίες μας να ευτελίζονται με ξύλινους λόγους. Εμείς που ανεχόμαστε τη διαπλοκή και τα διαπλεκόμενες μετριότητες, που παρουσιάζονται κιόλας ως «σωτήρες» τους έθνους. Παραδεισιώτη και παραδεισιώτισσα, να σου πω κάτι: φοβού τις μεγάλες ομοφωνίες. Φοβού τη δική σου σιωπή… Μήπως τελικά οι μεγαλύτεροι ασπάλακες είμαστε εμείς;