Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2007

Εγώ και ο Οδυσσέας: βίοι… καμία σχέση!

[…] Ήτανε καλά παιδιά οι σύντροφοι, δε φωνάζαν
ούτε από τον κάματο ούτε από τη δίψα ούτε από την παγωνιά,
είχανε το φέρσιμο των δέντρων και των κυμάτων
που δέχουνται τον άνεμο και τη βροχή
δέχουνται τη νύχτα και τον ήλιο
χωρίς να αλλάζουν μέσα στην αλλαγή.
Ήτανε καλά παιδιά, μέρες ολόκληρες
ίδρωναν στο κουπί με χαμηλωμένα μάτια
ανασαίνοντας με ρυθμό
και το αίμα τους κοκκίνιζε ένα δέρμα υποταγμένο. […]

[…] Οι σύντροφοι τέλειωσαν με τη σειρά,
με χαμηλωμένα μάτια. Τα κουπιά τους
δείχνουν το μέρος που κοιμούνται στο ακρογιάλι.

Κανείς δεν τους θυμάται. Δικαιοσύνη.
(Γιώργος Σεφέρης, Μυθιστόρημα Δ’)
…………………………………………………………………………………………………….
Παραδεισιώτες και Παραδεισιώτισσες, καλησπέρα σας. Η ώρα στα «συμβατικά» ρολόγια είναι δύο και τέταρτο το πρωί. Ξημερώματα Κυριακής. Μα στο δικό μου αντισυμβατικό ρολόι της ψυχής και του νου είναι η ώρα μηδέν. Μια ώρα που συναντά κανείς την τρικυμισμένη συνείδησή του, που προβάλλει στο λυκαυγές σαν το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ. Τόσο μαραγκιασμένη. Το φάντασμα του ΑΓΙΟΥ (ως γνωστόν, μετά τις δώδεκα βγαίνουν παγανιά οι βρικόλακες και ο επίτιμος της Ν.Δ.!) θα σας μιλήσει και απόψε για πράματα και θάματα που ‘χουν να κάνουν με τον κόσμο μα και με τον άνθρωπο. Τι να κάνω ο δύστηνος; Μια ζωή αθεράπευτα ρομαντικός. Ίσως και αφελής, ιδεαλιστής βλάξ, ο οποίος πιστεύει ακόμα σε ένα κόσμο δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας. Σε ένα κόσμο που όλοι μας θα μπορούμε ελεύθερα να σκεπτόμαστε και να μιλάμε. Μα, όπως πίστευαν και οι αρχαίοι, τουλάχιστον τα φαντάσματα δεν λένε ψέματα…
Απόψε θα ήθελα να μιλήσω «πάνω σε ένα ξένο στίχο», που λέει και ο ποιητής. Για να βγάλω «άλλα νοήματα και άλλες ελπίδες», που λέει και ο ποιητής. Διάλεξα λοιπόν τον ποιητή Σεφέρη, γιατί με ενδιαφέρει η θεματική προοπτική του Οδυσσέα. Του ομηρικού αυτού ήρωα, ο οποίος απασχόλησε τον Σεφέρη, όχι πια στη μυθική του διάσταση, αλλά στη συγχρονική του παρουσία. Ο Σεφέρης συγκρούεται γόνιμα με την ποιητική παράδοση του Ομήρου και χωρίς να την αντιστρέφει ολότελα, μεταφέρει τον ομηρικό ήρωα στο παρόν. Τον αναβακχεύει ως χαρακτήρα κειμενικό στην πραγματικότητα του τρέχοντος ανθρώπινου βίου, προσπαθώντας να περάσει στον άνθρωπο του καιρού μας κάποια μηνύματα που αφορούν στη ζωή και μιλάνε για την ζωή. Ο Οδυσσέας στην ομηρική του θεματική είναι το σύμβολο της πολυπραγμοσύνης. Είναι ένας τετραπέρατος ήρωας που πέρασε τόσα και τόσα στην Τροία και μετά από περιπέτειες πολλές, κέρδισε, με την καρδιά, το μένος και την ψυχική του αλκή, την Ιθάκη. Νίκησε τις αντίρροπες δυνάμεις της φύσης και τις αντίδικες έξεις της ψυχής και κέρδισε ένα αξιοπρεπές τέλος, ένα σπίτι, μια πατρίδα. Και άραξε ευτυχής και μακάριος.
Ο σεφέρειος Οδυσσέας είναι μια προσωπικότητα λιγάκι παράξενη. Αντισυμβατική και εξ αυτού παράξενη. Ενώ επιστρέφει στην πατρίδα μετά από πολλές και κοπιώδεις περιπλανήσεις, δεν έχει διάθεση και δεν μπορεί να προσαρμοστεί στον συμβατικό βηματισμό της πατρίδας. Δεν την ξέρει, δεν την αναγνωρίζει πια την πατρίδα. Νιώθει ξένος σε ξένη γη. Νιώθει γίγαντας ανάμεσα σε πυγμαίους. Τι κι αν ο «φίλος» που τον υποδέχτηκε πασκίζει να του δείξει τα σημάδια, που θα τον κάνουν να νιώσει την πατρίδα. Το μόνο που χρειάζεται είναι «λίγη υπομονή, κι όλα θα πέσουν στη λεκάνη της προσαρμογής». Μα, φευ, ο Οδυσσέας του Σεφέρη, αντιστέκεται. Δεν θέλει να γίνει και πάλι ο υποτακτικός, το δουλικό της καθημερινής συνήθειας. Δεν θέλει να γίνει ένα με τους ισοπεδωμένους φίλους του. Με τους φίλους που ποτέ δεν πήραν το καράβι, που ποτέ δεν κίνησαν έξω από τα σύνορα της γης, της φυλακής. Που ποτέ δε θέλησαν να ψάξουν σπιθαμή προς σπιθαμή τη θάλασσα και να κυνηγήσουν μιαν άλλη Ιθάκη. Ο Οδυσσέας είναι πάνω από αυτούς. Πάνω και πέρα από κάθε ευτελή και ποταπή βιολογική μέριμνα. Δεν ανέχεται να βουλιάζει στην ιλύ της ύλης και να βολοδέρνει έρμαιο των απροσμάχητων βιολογικών αναγκαιοτήτων. Ας φανταστούμε τον Οδυσσέα καθισμένο κάτω από τον ίσκιο ενός κυπαρισσιού, στη μικρή Ιθάκη και να μονολογεί… «Δε φτάνει το τραπέζι, μήτε κάμποσος παράς στην τσέπη, μήτε το ψωμί και το φιλί – δε φτάνει. Ο άνθρωπος είναι πιο τρανός απ’ την καθημερινή την έγνοια του. Κι όλο τραβάει πιο πέρα απ’ την σκλαβιά του.» Αυτός είναι ο Οδυσσέας.
Μα οι σύντροφοι; «Ήτανε καλά παιδιά οι σύντροφοι, δε φωνάζαν…» «Ήτανε καλά παιδιά, μέρες ολόκληρες ίδρωναν στο κουπί με χαμηλωμένα μάτια». Οι σύντροφοι είναι οι κλασικοί αντιήρωες. Αντι-Οδυσσείς! Ήδη από την ομηρική εκδοχή του μύθου, ο Οδυσσέας είναι ο ήρωας, ο πρώτος, αυτός που αλλάζει τον ρουν της ιστορίας. Είναι αυτός που στέκει στα υψηλά, στην κορφή. Οι σύντροφοι στον πάτο. Το μόνο που κάνουν είναι προκαλούνε προβλήματα στον ήρωα. Το μόνο που ξέρουν να κάνουν είναι να ελαύνουν ήρεμα και ήσυχα, χωρίς να βγάζουν άχνα, το κουπί τους. Σκύβουν το κεφάλι και ελαύνουν ένα κουπί. Σκύβουν την ψυχή και την κάνουν ένα κουπί. Άλλωστε, «Οι σύντροφοι τέλειωσαν με τη σειρά, με χαμηλωμένα μάτια.» Τα χαμηλωμένα μάτια είναι το σύμβολό τους. Τα χαμηλωμένα μάτια, οι δειλές ματιές είναι η σημαία τους, ο εαυτός τους, η πιο τρανή απόδειξη της ανελευθερίας τους. Και ο Σεφέρης παρατηρεί: «κανείς δεν τους θυμάται». Και γιατί να τους θυμάται, παρακαλώ; Δεν είναι ήρωες. Είναι αντιήρωες. Συμβιβασμένοι, βολεμένοι, αμίλητοι. Τους φτάνει μόνο που αναπνέουν. Τίποτα δεν διεκδικούν. «Δικαιοσύνη», αποφασίζει ο Σεφέρης. Διάλεξαν την τύχη τους. Διαμόρφωσαν την ζωή τους με τέτοιο τρόπο, ώστε κανείς να μη τους θυμάται. Πόσο «μικροί» ήτανε…
Περιττό να σας πω ότι εγώ και εσύ και αυτός και εμείς, όλοι και όλες μαζί, τείνουμε να μοιάσουμε, αν δεν μοιάσαμε ήδη σε αυτούς τους μικρούς, τους άκακους και πονεμένους ανθρώπους. Τους παρίες, τους απόκληρους της ζωής. Αυτούς που θα λέγαμε σήμερα «κακομοίρηδες». Ε, λοιπόν σας το λέω, φίλοι μου, πως αυτοί είμαστε εμείς. Με τον Οδυσσέα δεν έχουμε καμιά σχέση. Εμείς κοιτάμε μόνο τη δουλειά μας, το «κουπί» μας. Σκύβουμε το κεφάλι και αφήνουμε το κάθε υποκείμενο, την κάθε μετριότητα με κουστούμι και γραβάτα, τον κάθε καρεκλοκένταυρο, να καθορίσει την ζωή για ‘μας, μα χωρίς εμάς. Να ξέρει το καλό μας! Δεν ανοίγουμε το στόμα μας να μιλήσουμε και εμείς για το δίκιο, για την αρετή, για τα δικαιώματά μας. «Αυτοί ξέρουν καλύτερα»! Το αληθινό πρόβλημα είναι οι βολεμένοι. Και είμαστε όλοι μας βολεμένοι, κυρία μου. «Συνήθισα να ζω, να ζω σαν μαριονέτα, σε ένα στημένο σκηνικό. Να λέω πάντα ναι, σε ότι πουν οι άλλοι, δήθεν οι μεγάλοι. Να ζω σαν μαριονέτα, σε ένα στημένο σκηνικό.» Ων φοιτητής και μάλιστα κλασικός φιλόλογος, μετέχων του ουμανιστικού αρχαίου ελληνικού πνεύματος, με ενοχλεί αφάνταστα να βλέπω το πιο δυναμικό κομμάτι της νεολαίας να σκέφτεται κάπως έτσι: «Αυτοί ξέρουνε καλύτερα», λέμε. «Μάππαν τζαι πιλότταν» έχει το μενού για τους άνδρες. «Μαλλί, βάψιμο τζαι γκόμενους» το αντίστοιχο μενού για τις κυρίες. Ως πότε πια; Ως πότε θα είναι πρώτο θέμα στην ζωή μας τα καλλιστεία, τα «Σφηνάκια» και οι μπουάτ; Ως πότε θα κλαίμε για την «εθνική» μας ήττα, βλέπε τον αποκλεισμό μας από τη Eurovision;
ΟΜΩΣ θα έλεγα ότι υπάρχει ακόμα ελπίδα. Η ελπίδα να ξεσκλαβώσουμε τον εαυτό μας. Να λευτερώσουμε την ψυχή μας από ό, τι μας δένει και μας κρατάει στη γη. Θα γίνει λέει, μια νέα επανάσταση. Αναίμακτη, δε θα πέσουν κεφάλια. Ανταρσία πνευματική. Θα ανοίξουμε το ρημάδι το στόμα μας επιτέλους, για να πούμε και εμείς αυτό που πιστεύουμε και όχι αυτό που υπολογίσαμε πριν πως δε θα μας ζημιώσει σε αριθμούς τραπέζης. Θα στραφούμε στον πολιτισμό. Όχι μόνο στην γκλαμουριά της τηλεόρασης. Δεν υπάρχει μόνο ο «Έρωτας». Δεν υπάρχει μόνο η «εθνική» μας τηλεπαρουσιάστρια, βλέπε Γρηγόρης Αρναούτογλου. Υπάρχει και το θέατρο. Τσιβιλίκας, Κιμούλης, Μουστάκας (τι κι αν έφυγε, κοντά μας είναι…), Τσακίρογλου, Λαζόπουλος, Χάρρυ Κλυν. Όχι μόνο Ρουβάδες και Μαζωνάκηδες, Βίσσες και Χρύσπες. Αλλού είναι τα πρότυπα. Παπακωνσταντίνου, Σαββόπουλος, Νταλάρας, Θάνος Μικρούτσικος, Πρωτοψάλτη, Γαλάνη, Χάρις Αλεξίου, Σφακιανάκης γιατί όχι; Όπως πάμε σε λίγο θα είναι πρώτη φίρμα η Έφη Θώδη!
Ξυπνήστε, σύντροφοι. Ξυπνήστε! Το ξέρουμε πως είναι δύσκολος ο δρόμος, για να μοιάσουμε στον Οδυσσέα. Μα για τα δύσκολα αξίζει να παλεύουμε… Μια απόφαση χρειάζεται…

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Exeis skeftei kamia fora oti den einai to TI les, alla to PWS to parousiazeis, pou apotrepei ton kosmo apo to na sou apantaei? Den einai pws i eikona den einai syxna (to ligotero) apogohteutiki, alla exw tin entypwsi oti olos autos o mhdenismos parapaei, xwria pou eimai sigouri oti enoxlei ki o daskalistikos/yperanw/egw-3erw/egw-den-symvivazomai-tonos pou ekpempoun ta keimena sou. Den amfivallw oti eisai diaforetikos, kai gnwrizw e3 idias peiras oti i diaforetikotita ermhneuetai ws para3enia, alla autos o rolos tou profiti (pou kata va8os to goustarei na einai fwni vowntos en th erhmw), kapou den me pei8ei.. Sto katw katw, i zwh einai mia seira epilogwn, kai opws esy epilegeis ti diaforetikothta, to idio eleu8era mporoun na epilegoun alloi ton komformismo.. To 8ema einai na mporoume amfoteroi na sevomaste tis epiloges tw allwn. Filika

ΑΓΙΟΣ είπε...

Φιλικά στέλνω την καλημέρα μου στην ανώνυμη Παραδεισιώτισσα! Σέβομαι την κάθε άποψη και την κάθε επιλογή. Άλλωστε, δεν έχω στόχο να δεσμεύσω την άποψη του οποιουδήποτε ή και να ποδηγετήσω τις αποφάσεις του/ της. Δεν κάνω κήρυγμα. Ούτε δασκαλίστικα μιλάω. Έχω βαρεθεί το ύφος της από καθέδρας ομιλίας. Αυτό που κάνω μόνο είναι να ρίχνω λάδι στη φωτιά. Να μιλάω έντονα, επικρίνοντας ό,τι βλέπω και δεν μου πάει, ό,τι βλέπω και με πνίγει. Όταν αποφάσιζα να γίνω "ΑΓΙΟΣ", υποσχέθηκα στον εαυτό μου ο λόγος μου να είναι δριμύς, επικριτικός, καυστικός, όποιες αντιδράσεις και αν προκαλέσω. Και προκάλεσα πολλές και χαίρομαι γι' αυτό. Γιατί; Γιατί απλώς πέτυχα τον στόχο μου, που είναι ένας και μοναδικός: να κάνω άπαντες να αρχίσουν να σκέφτονται λιγάκι. Και σκέφτομαι σημαίνει μιλάω. Μιλάω δυνατά...
"pou kata va8os to goustarei na einai fwni vowntos en th erhmw". Όχί, δεν είναι έτσι. Δεν το γουστάρω διόλου, γι' αυτό και προκαλώ, μερικές φορές υπερβολικά, το παραδέχομαι. Αλλά είναι ο μόνος τρόπος για να κάνω τις φωνές να ακουστούν. Δεν είναι μηδενισμός. Είναι αγανάκτηση και θυμός για ό,τι αντικρίζω γύρω μου και μου τη σπάει. Το τελευταίο πράμα που θέλω είναι να γίνω προφήτης. Δεν μου πάει αυτός ο ρόλος και δεν τον επιδιώκω κιόλας. Απλώς εκφράζω τις απόψεις μου.